Ο ιός της ηπατίτιδας C (HCV) είναι ένας RNA ιός που προκαλεί φλεγμονή του ήπατος. Ανήκει στην οικογένεια Flaviviridae και χαρακτηρίζεται από υψηλή μεταλλακτικότητα. Υπάρχουν έξι κύριοι γενότυποι του ιού, με διαφορετικές γεωγραφικές κατανομές. Στην Ελλάδα, οι πιο συχνοί είναι οι γενότυποι 1 και 3. Ο ιός μπορεί να επιβιώσει εκτός του οργανισμού για αρκετές ημέρες.
Η μετάδοση γίνεται κυρίως μέσω επαφής με μολυσμένο αίμα. Οι κύριοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν τη χρήση ναρκωτικών με ένεση, μεταγγίσεις αίματος πριν το 1992, ιατρικές πράξεις με μη αποστειρωμένα εργαλεία και σπάνια τη σεξουαλική επαφή. Στην Ελλάδα, η αυξημένη επιδημιολογία συνδέεται κυρίως με τη χρήση ψυχοτρόπων ουσιών.
Η οξεία φάση είναι συνήθως ασυμπτωματική. Όταν εμφανίζονται συμπτώματα, περιλαμβάνουν κόπωση, ναυτία, κοιλιακό άλγος και ίκτερο. Το 75-85% των ασθενών εξελίσσεται σε χρόνια ηπατίτιδα C. Η χρόνια μορφή μπορεί να οδηγήσει σε:
Η εξέλιξη είναι αργή και μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες.
Η διάγνωση βασίζεται σε αιματολογικές εξετάσεις που περιλαμβάνουν αντισώματα anti-HCV και HCV RNA PCR. Η ποσοτική μέτρηση του ιικού φορτίου και ο προσδιορισμός του γενοτύπου είναι απαραίτητα για τη θεραπευτική αγωγή. Συμπληρωματικές εξετάσεις περιλαμβάνουν τη μέτρηση των ηπατικών ενζύμων και τη βιοψία ήπατος σε επιλεγμένες περιπτώσεις.
Τα DAA αποτελούν την πρώτη γραμμή θεραπείας για την ηπατίτιδα C. Δρουν στοχευμένα σε συγκεκριμένες πρωτεΐνες του ιού, εμποδίζοντας την αναπαραγωγή του. Παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά ίασης (>95%) με ελάχιστες παρενέργειες. Η θεραπεία διαρκεί 8-12 εβδομάδες. Στην Ελλάδα διατίθενται μέσω των νοσοκομείων και ειδικών κέντρων, με κάλυψη από τον ΕΟΠΥΥ για εγκεκριμένες ενδείξεις.
Οι αναστολείς πρωτεάσης δρουν στην NS3/4A πρωτεάση του ιού, ενώ οι αναστολείς πολυμεράσης στοχεύουν την NS5B πολυμεράση. Αυτοί οι μηχανισμοί εμποδίζουν την ωρίμανση των ιικών πρωτεϊνών και τη σύνθεση νέου RNA. Τα φάρμακα αυτής της κατηγορίας χρησιμοποιούνται συνήθως σε συνδυασμό για μέγιστη αποτελεσματικότητα και πρόληψη της αντίστασης του ιού.
Η σύγχρονη αντιμετώπιση της ηπατίτιδας C βασίζεται σε συνδυαστικές θεραπείες DAA. Τα πιο διαδεδομένα σχήματα περιλαμβάνουν:
Η επιλογή του σχήματος εξαρτάται από τον γενότυπο, την ιστορία θεραπείας και τη συνύπαρξη κίρρωσης. Η συμμόρφωση στη θεραπεία είναι κρίσιμη για την επιτυχία.
Η σύγχρονη αντιική θεραπεία για την ηπατίτιδα C στην Ελλάδα βασίζεται σε καινοτόμα φάρμακα που προσφέρουν υψηλά ποσοστά ίασης. Τα διαθέσιμα φάρμακα στην ελληνική αγορά αποτελούν τη χρυσή θεραπεία για την εξάλειψη του ιού και χορηγούνται μέσω του ΕΟΦ και των εξειδικευμένων ηπατολογικών κέντρων.
Το Sofosbuvir αποτελεί τη βάση πολλών θεραπευτικών σχημάτων και είναι διαθέσιμο τόσο ως μονοσκεύασμα όσο και σε σταθερούς συνδυασμούς. Το Harvoni (Sofosbuvir/Ledipasvir) είναι αποτελεσματικό κυρίως για τους γονοτύπους 1, 4, 5 και 6, ενώ το Epclusa (Sofosbuvir/Velpatasvir) προσφέρει πανγονοτυπική κάλυψη για όλους τους γνωστούς γονοτύπους του HCV. Η διάρκεια θεραπείας κυμαίνεται από 8 έως 12 εβδομάδες ανάλογα με τον γονότυπο και την παρουσία κίρρωσης.
Το Maviret αποτελεί έναν πανγονοτυπικό συνδυασμό που περιλαμβάνει δύο δραστικές ουσίες με διαφορετικούς μηχανισμούς δράσης. Χορηγείται σε δοσολογία τριών δισκίων ημερησίως και προσφέρει εξαιρετικά αποτελέσματα με μικρότερη διάρκεια θεραπείας, συχνά 8 εβδομάδες για ασθενείς χωρίς κίρρωση. Είναι ιδιαίτερα κατάλληλο για ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία καθώς δεν απαιτεί προσαρμογή δόσης.
Το Velpatasvir χρησιμοποιείται κυρίως σε συνδυασμό με άλλα αντιικά φάρμακα και αποτελεί βασικό συστατικό του Epclusa. Άλλοι σύγχρονοι συνδυασμοί που είναι διαθέσιμοι περιλαμβάνουν προηγμένα θεραπευτικά σχήματα για ειδικές περιπτώσεις, όπως ασθενείς με αποτυχία προηγούμενης θεραπείας ή με αντοχές στα φάρμακα.
Η επιλογή του κατάλληλου θεραπευτικού σχήματος εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένο ηπατολόγο. Τα βασικά κριτήρια επιλογής περιλαμβάνουν:
Όλα τα σύγχρονα φάρμακα για την ηπατίτιδα C στην Ελλάδα καλύπτονται από τον ΕΟΠΥΥ υπό προϋποθέσεις και χορηγούνται μέσω των εξειδικευμένων κέντρων αναφοράς. Η θεραπεία πρέπει να γίνεται πάντα υπό ιατρική επίβλεψη με τακτικό έλεγχο της ανταπόκρισης και των πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών.
Τα σύγχρονα φάρμακα για την ηπατίτιδα C λαμβάνονται από το στόμα, συνήθως μία φορά ημερησίως με το φαγητό. Η διάρκεια θεραπείας κυμαίνεται από 8-12 εβδομάδες ανάλογα με τον γονότυπο του ιού και την κατάσταση του ήπατος. Είναι κρίσιμο να τηρείται πιστά το θεραπευτικό πρωτόκολλο χωρίς παραλείψεις δόσεων για μέγιστη αποτελεσματικότητα.
Οι πιο συχνές παρενέργειες περιλαμβάνουν κόπωση, κεφαλαλγία, ναυτία και διαταραχές του ύπνου. Σπάνια εμφανίζονται σοβαρότερες παρενέργειες όπως καρδιακές αρρυθμίες ή ηπατοτοξικότητα. Αντενδείκνυται σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια και απαιτείται προσοχή σε εγκυμονούσες. Η παρακολούθηση από ειδικό ιατρό είναι απαραίτητη καθ' όλη τη διάρκεια της θεραπείας για έγκαιρη αντιμετώπιση ανεπιθύμητων ενεργειών.
Τα φάρμακα κατά της ηπατίτιδας C παρουσιάζουν σημαντικές αλληλεπιδράσεις με αντιπηκτικά, αντιεπιληπτικά, αντιμυκητιασικά και ορισμένα καρδιολογικά σκευάσματα. Ο φαρμακοποιός πρέπει να ελέγχει προσεκτικά όλη τη φαρμακευτική αγωγή του ασθενούς πριν τη χορήγηση. Απαιτείται προσαρμογή δοσολογίας ή αντικατάσταση συγκεκριμένων φαρμάκων για αποφυγή επικίνδυνων αλληλεπιδράσεων που μπορεί να μειώσουν την αποτελεσματικότητα ή να αυξήσουν την τοξικότητα.
Η πρόληψη της ηπατίτιδας C επικεντρώνεται στην αποφυγή επαφής με μολυσμένο αίμα. Βασικά μέτρα περιλαμβάνουν τη χρήση προσωπικών αντικειμένων υγιεινής, ασφαλείς ιατρικές πρακτικές και προφυλάξεις κατά την ερωτική επαφή. Η ενημέρωση για τους τρόπους μετάδοσης και η τήρηση υγειονομικών κανόνων αποτελούν τη βάση της πρωτογενούς πρόληψης. Οι ομάδες υψηλού κινδύνου χρειάζονται ειδική παρακολούθηση και συμβουλευτική.
Η επιτυχία της θεραπείας εξαρτάται άμεσα από τη συμμόρφωση του ασθενούς με το θεραπευτικό πρωτόκολλο. Απαιτούνται τακτικές εργαστηριακές εξετάσεις για παρακολούθηση του ιικού φορτίου και της ηπατικής λειτουργίας. Ο φαρμακοποιός πρέπει να ενθαρρύνει την τήρηση της αγωγής, να παρέχει ξυπνητήρια για τις δόσεις και να αντιμετωπίζει τυχόν ανησυχίες. Η ψυχολογική υποστήριξη και η εκπαίδευση βελτιώνουν σημαντικά τα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας συνιστάται ισορροπημένη διατροφή πλούσια σε βιταμίνες και αντιοξειδωτικά στοιχεία. Θα πρέπει να αποφεύγονται:
Η ενυδάτωση, η ήπια άσκηση και ο επαρκής ύπνος υποστηρίζουν την ανάρρωση. Συμπληρώματα βιταμινών μπορεί να χρειάζονται μετά από ιατρική εκτίμηση.