Ο HIV (Ιός Ανθρώπινης Ανοσοανεπάρκειας) είναι ένας ρετροϊός που προσβάλλει το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου. Στοχεύει κυρίως τα CD4+ T κύτταρα, τα οποία είναι υπεύθυνα για την άμυνα του οργανισμού έναντι των λοιμώξεων. Όταν αφεθεί χωρίς θεραπεία, ο ιός καταστρέφει σταδιακά την ικανότητα του οργανισμού να αντιμετωπίζει ασθένειες και λοιμώξεις, οδηγώντας τελικά στο σύνδρομο επίκτητης ανοσοανεπάρκειας (AIDS).
Ο HIV μεταδίδεται μέσω της επαφής με μολυσμένα σωματικά υγρά. Οι κύριες οδοί μετάδοσης περιλαμβάνουν:
Η λοίμωξη HIV εξελίσσεται σε τρία βασικά στάδια. Το οξύ στάδιο εμφανίζεται 2-4 εβδομάδες μετά τη μόλυνση με συμπτώματα παρόμοια με γρίπη. Ακολουθεί το χρόνιο ασυμπτωματικό στάδιο, όπου ο ιός πολλαπλασιάζεται αργά για χρόνια. Χωρίς θεραπεία, η ασθένεια εξελίσσεται στο τελικό στάδιο (AIDS), όπου το ανοσοποιητικό σύστημα έχει σοβαρά εξασθενήσει. Με σύγχρονη αντιρετροϊκή θεραπεία, η εξέλιξη μπορεί να ελεγχθεί αποτελεσματικά.
Τα πρώιμα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό, πονοκέφαλο, μυαλγίες και εξάνθημα. Καθώς η ασθένεια προχωρά, μπορεί να εμφανιστούν επίμονη κόπωση, απώλεια βάρους, νυχτερινή εφίδρωση, διάρροια και επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις. Πολλοί άνθρωποι παραμένουν ασυμπτωματικοί για χρόνια, γι' αυτό η τακτική εξέταση είναι κρίσιμη.
Στην Ελλάδα διατίθενται διάφοροι τύποι εξετάσεων για τη διάγνωση HIV. Οι εξετάσεις ELISA ανιχνεύουν αντισώματα και αντιγόνα στον ορό του αίματος. Τα ταχέα τεστ (rapid tests) παρέχουν αποτελέσματα σε 15-30 λεπτά. Οι εξετάσεις PCR μετρούν το ιικό φορτίο και χρησιμοποιούνται για επιβεβαίωση. Υπάρχουν επίσης αυτοδιαγνωστικά τεστ που μπορούν να πραγματοποιηθούν στο σπίτι με δείγμα σάλιου ή αίματος.
Συνιστάται εξέταση για HIV μετά από ριψοκίνδυνη συμπεριφορά, κατά τη διάρκεια τακτικών ιατρικών ελέγχων ή όταν εμφανίζονται υποψήφια συμπτώματα. Στην Ελλάδα, δωρεάν και ανώνυμες εξετάσεις προσφέρονται σε κέντρα υγείας, δημόσια νοσοκομεία, την Ελληνική Εταιρεία Μελέτης και Καταπολέμησης του AIDS (ΚΕΕΛΠΝΟ) και ειδικά κέντρα συμβουλευτικής. Τα φαρμακεία παρέχουν αυτοδιαγνωστικά τεστ.
Θετικό αποτέλεσμα απαιτεί πάντα επιβεβαιωτική εξέταση από ειδικό ιατρό. Αρνητικό αποτέλεσμα κατά το παράθυρο των 3 μηνών μετά από πιθανή έκθεση μπορεί να είναι ψευδώς αρνητικό. Σε περίπτωση θετικής διάγνωσης, άμεση παραπομπή σε ειδικό για έναρξη αντιρετροϊκής θεραπείας και ψυχολογική υποστήριξη είναι απαραίτητες.
Τα αντιρετροϊκά φάρμακα διακρίνονται σε έξι κύριες κατηγορίες ανάλογα με τον μηχανισμό δράσης τους. Οι αναστολείς της αντίστροφης μεταγραφάσης νουκλεοσιδικοί (NRTI) και μη-νουκλεοσιδικοί (NNRTI) εμποδίζουν την αντιγραφή του γενετικού υλικού του ιού. Οι αναστολείς της πρωτεάσης (PI) παρεμβαίνουν στην παραγωγή νέων ιικών σωματιδίων. Οι αναστολείς ενσωμάτωσης (II) εμποδίζουν την ενσωμάτωση του ιικού DNA στο κυτταρικό γένωμα. Οι αναστολείς εισόδου (CCR5) και οι αναστολείς σύντηξης (FI) παρεμποδίζουν την είσοδο του ιού στα κύτταρα.
Στην Ελλάδα διατίθενται πολυάριθμα αντιρετροϊκά φάρμακα μέσω των νοσοκομειακών φαρμακείων και εξειδικευμένων κέντρων. Από την κατηγορία των NRTI διαθέσιμα είναι η ζιδοβουδίνη, λαμιβουδίνη, τενοφοβίρη και εμτριστιταβίνη. Στους NNRTI περιλαμβάνεται η εφαβιρένζη και η ριλπιβιρίνη. Από τους αναστολείς πρωτεάσης χορηγούνται η αταζαναβίρη, ντρουναβίρη και λοπιναβίρη/ριτοναβίρη. Οι αναστολείς ενσωμάτωσης περιλαμβάνουν το ραλτεγραβίρη, ελβιτεγραβίρη και δολουτεγραβίρη. Επίσης διαθέσιμος είναι ο αναστολέας CCR5 μαραβιρόκη. Η χορήγηση γίνεται αποκλειστικά μέσω του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Η σύγχρονη αντιμετώπιση του HIV βασίζεται στη συνδυαστική θεραπεία τριών ή περισσότερων φαρμάκων από διαφορετικές κατηγορίες. Τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα σχήματα περιλαμβάνουν δύο NRTI συν έναν αναστολέα ενσωμάτωσης ή έναν ενισχυμένο αναστολέα πρωτεάσης. Πολλά φάρμακα διατίθενται σε σταθερούς συνδυασμούς που απλοποιούν τη θεραπεία με μία δόση ημερησίως. Η επιλογή του θεραπευτικού σχήματος εξατομικεύεται ανάλογα με τον ασθενή.
Τα αντιρετροϊκά φάρμακα μπορεί να προκαλέσουν διάφορες παρενέργειες όπως διαταραχές του γαστρεντερικού, νευρολογικά συμπτώματα, νεφρική ή ηπατική τοξικότητα και δερματικές αντιδράσεις. Σημαντικές αλληλεπιδράσεις παρουσιάζονται με άλλα φάρμακα, ιδιαίτερα οι αναστολείς πρωτεάσης. Απαιτείται προσεκτική παρακολούθηση και ενημέρωση του θεράποντος ιατρού για όλα τα συνυπάρχοντα φάρμακα.
Η PEP (Post-Exposure Prophylaxis) είναι προληπτική αντιρετροϊκή θεραπεία που χορηγείται μετά από πιθανή έκθεση σε HIV. Χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις επαγγελματικής έκθεσης υγειονομικού προσωπικού, σεξουαλικής έκθεσης ή μετά από τραυματισμό από μολυσμένα αντικείμενα. Πρέπει να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατό, ιδανικά εντός 2 ωρών και όχι αργότερα από 72 ώρες μετά την έκθεση.
Στην Ελλάδα η PEP διατίθεται δωρεάν από τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών των δημόσιων νοσοκομείων και τα εξειδικευμένα κέντρα HIV. Το συνιστώμενο σχήμα περιλαμβάνει συνήθως συνδυασμό τριών φαρμάκων για 28 ημέρες. Τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα είναι:
Η θεραπεία πρέπει να ολοκληρωθεί πλήρως ακόμη και αν εμφανιστούν παρενέργειες.
Η PrEP (Pre-Exposure Prophylaxis) είναι προληπτική αντιρετροϊκή θεραπεία για άτομα υψηλού κινδύνου έκθεσης σε HIV. Στην Ελλάδα διατίθεται μέσω εξειδικευμένων κέντρων για συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού. Το συνιστώμενο φάρμακο είναι ο συνδυασμός τενοφοβίρης/εμτριστιταβίνης με ημερήσια λήψη. Η αποτελεσματικότητα φτάνει το 99% με σωστή και συνεπή χρήση.
Η τακτική λήψη των αντιρετροϊκών φαρμάκων είναι καθοριστική για τη διατήρηση της υγείας των ασθενών με HIV. Η συμμόρφωση στη θεραπεία πρέπει να υπερβαίνει το 95% για να επιτευχθεί η καταστολή του ιού. Η παραλείπουσα δόση μπορεί να οδηγήσει σε αντοχή του ιού και μείωση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας. Η τακτική επικοινωνία με τον θεράποντα ιατρό και την ομάδα υγείας είναι απαραίτητη για την επιτυχή διαχείριση της νόσου.
Οι εργαστηριακές εξετάσεις αποτελούν βασικό εργαλείο παρακολούθησης. Ο ιικός φορτίος μετράται κάθε 3-6 μήνες, ενώ τα κύτταρα CD4+ ελέγχονται σε τακτά διαστήματα. Επιπλέον, απαιτούνται εξετάσεις για τον έλεγχο της ηπατικής και νεφρικής λειτουργίας, καθώς και για τη διάγνωση πιθανών επιπλοκών. Η τακτική παρακολούθηση επιτρέπει την έγκαιρη προσαρμογή της θεραπείας όταν χρειάζεται.
Η υγιεινή διατροφή πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και πρωτεΐνες ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα. Η τακτική άσκηση και η αποφυγή του καπνίσματος βελτιώνουν τη συνολική υγεία. Περιορίστε την κατανάλωση αλκοόλ και αποφύγετε τα ακατέργαστα τρόφιμα που μπορεί να προκαλέσουν λοιμώξεις. Η επαρκής ύπνος και η διαχείριση του στρες είναι εξίσου σημαντικές.
Η ψυχολογική υποστήριξη είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση του άγχους και της κατάθλιψης. Οι ομάδες αυτοβοήθειας και η συμβουλευτική προσφέρουν πολύτιμη βοήθεια. Η διατήρηση των κοινωνικών σχέσεων και η ενεργός συμμετοχή στην κοινότητα βελτιώνουν την ποιότητα ζωής και μειώνουν το αίσθημα απομόνωσης.
Η χρήση προφυλακτικού παραμένει ο πιο αποτελεσματικός τρόπος πρόληψης της μετάδοσης. Η αποφυγή κοινής χρήσης βελονών και συρίγγων είναι καθοριστική. Η προέκθεση προφύλαξη (PrEP) και η μετα-έκθεση προφύλαξη (PEP) αποτελούν σημαντικά εργαλεία πρόληψης. Για τους ασθενείς με μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο, ο κίνδυνος μετάδοσης είναι πρακτικά μηδενικός (U=U: Undetectable = Untransmittable).
Η ειλικρινής επικοινωνία με τον σύντροφο και την οικογένεια δημιουργεί ένα υποστηρικτικό περιβάλλον. Η ενημέρωση επιτρέπει τη λήψη κατάλληλων προφυλακτικών μέτρων και μειώνει το άγχος. Η εκπαίδευση των οικείων σχετικά με τη νόσο βοηθά στην καταπολέμηση των προκαταλήψεων. Η συμμετοχή τους στη θεραπευτική διαδικασία ενισχύει τη συμμόρφωση και τη συναισθηματική υποστήριξη.
Ο φαρμακοποιός παίζει καθοριστικό ρόλο στη συμβουλευτική και την εκπαίδευση των ασθενών. Παρέχει πληροφορίες για τη σωστή λήψη φαρμάκων, τις παρενέργειες και τις αλληλεπιδράσεις. Διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα και προσφέρει συνεχή υποστήριξη. Συνεργάζεται στενά με την ιατρική ομάδα για τη βέλτιστη φαρμακευτική περίθαλψη.