Τα αντιβιοτικά είναι φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση βακτηριακών λοιμώξεων. Πρόκειται για ουσίες που παράγονται από μικροοργανισμούς ή συντίθενται χημικά και έχουν την ικανότητα να καταστρέφουν ή να αναστέλλουν την ανάπτυξη των βακτηρίων. Η δράση τους στοχεύει σε συγκεκριμένες λειτουργίες των βακτηριακών κυττάρων, χωρίς να προκαλούν σημαντική βλάβη στα ανθρώπινα κύτταρα.
Τα αντιβιοτικά δρουν μέσω διαφορετικών μηχανισμών. Κάποια καταστρέφουν το κυτταρικό τοίχωμα των βακτηρίων, άλλα παρεμβαίνουν στη σύνθεση πρωτεϊνών ή στον πολλαπλασιασμό του DNA. Υπάρχουν επίσης αντιβιοτικά που διαταράσσουν τη λειτουργία της κυτταρικής μεμβράνης. Αυτή η ποικιλία μηχανισμών επιτρέπει την αποτελεσματική αντιμετώπιση διαφόρων τύπων βακτηριακών λοιμώξεων.
Τα αντιβιοτικά διαφέρουν από άλλα φάρμακα καθώς δρουν αποκλειστικά κατά των βακτηρίων και όχι κατά ιών ή μυκήτων. Δεν είναι αποτελεσματικά για τη θεραπεία ιογενών λοιμώξεων όπως το κοινό κρυολόγημα ή η γρίπη. Τα αντιιικά φάρμακα είναι διαφορετική κατηγορία που στοχεύει ειδικά τους ιούς.
Η ανακάλυψη των αντιβιοτικών αποτελεί σταθμό στην ιστορία της ιατρικής. Ο Alexander Fleming ανακάλυψε την πενικιλίνη το 1928, γεγονός που επανάστασε τη θεραπεία των λοιμώξεων. Από τότε, αναπτύχθηκαν πολλές κατηγορίες αντιβιοτικών που έσωσαν εκατομμύρια ζωές παγκοσμίως.
Οι πενικιλλίνες αποτελούν την πρώτη και πιο γνωστή κατηγορία αντιβιοτικών. Δρουν εναντίον gram-θετικών βακτηρίων παρεμβαίνοντας στη σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν η αμοξικιλίνη, η αμπικιλίνη και άλλα παράγωγα. Χρησιμοποιούνται ευρέως για λοιμώξεις του αναπνευστικού, ουροποιητικού και δέρματος. Είναι γενικά ασφαλή αλλά μπορεί να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις.
Οι κεφαλοσπορίνες χωρίζονται σε γενεές ανάλογα με το φάσμα δράσης τους. Η πρώτη γενεά δρα κυρίως εναντίον gram-θετικών βακτηρίων, ενώ οι νεότερες γενεές έχουν ευρύτερο φάσμα. Χρησιμοποιούνται σε σοβαρές νοσοκομειακές λοιμώξεις και είναι εναλλακτική επιλογή για ασθενείς με αλλεργία στις πενικιλλίνες.
Τα μακρολίδια όπως η ερυθρομυκίνη, κλαριθρομυκίνη και αζιθρομυκίνη δρουν αναστέλλοντας τη σύνθεση πρωτεϊνών. Είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά εναντίον ατυπικών βακτηρίων και χρησιμοποιούνται συχνά σε λοιμώξεις του αναπνευστικού. Αποτελούν εκλογής θεραπεία για ασθενείς με αλλεργία στις β-λακτάμες.
Οι φθοροκινολόνες όπως η ципрофлοксακίνη έχουν ευρύ φάσμα δράσης εναντίον gram-θετικών και gram-αρνητικών βακτηρίων. Παρεμβαίνουν στον πολλαπλασιασμό του βακτηριακού DNA. Χρησιμοποιούνται σε λοιμώξεις του ουροποιητικού, γαστρεντερικού και αναπνευστικού συστήματος.
Άλλες σημαντικές κατηγορίες αντιβιοτικών περιλαμβάνουν:
Στην Ελλάδα διατίθενται ποικίλα αντιβιοτικά από στόμα που απαιτούν ιατρική συνταγή. Τα πιο συχνά συνταγογραφούμενα περιλαμβάνουν αμοξικιλλίνη, κλαριθρομυκίνη, κιπροφλοξακίνη και κεφουροξίμη. Αυτά τα φάρμακα είναι διαθέσιμα σε μορφή δισκίων, καψουλών ή υγρού αναρτήματος για παιδιά. Η χορήγησή τους πρέπει να ακολουθεί αυστηρά τις οδηγίες του ιατρού για αποτελεσματική θεραπεία και αποφυγή αντοχών.
Τα ενδοφλέβια αντιβιοτικά αποτελούν τη βάση της νοσοκομειακής θεραπείας σοβαρών λοιμώξεων. Περιλαμβάνουν ευρέος φάσματος αντιβιοτικά όπως μεροπενέμη, βανκομυκίνη και πιπερακιλλίνη/ταζομπακτάμη. Αυτά τα σκευάσματα χορηγούνται αποκλειστικά σε νοσοκομειακό περιβάλλον υπό ιατρική επίβλεψη και παρακολούθηση. Απαιτούν ειδική προετοιμασία και αποθήκευση σε ελεγχόμενες συνθήκες θερμοκρασίας.
Τα τοπικά αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται για επιφανειακές λοιμώξεις του δέρματος και των μματιών. Διατίθενται ως κρέμες, αλοιφές και οφθαλμικές σταγόνες με δραστικές ουσίες όπως φουσιδικό οξύ και χλωραμφαινικόλη. Προσφέρουν τοπική δράση με ελάχιστες συστημικές παρενέργειες. Η χρήση τους απαιτεί προσεκτική εφαρμογή και τήρηση των οδηγιών για αποφυγή τοπικής ευαισθητοποίησης.
Στην ελληνική αγορά συνυπάρχουν πρωτότυπα και γενόσημα αντιβιοτικά με σημαντική διαφορά στην τιμή. Τα γενόσημα προσφέρουν την ίδια θεραπευτική αποτελεσματικότητα με χαμηλότερο κόστος. Οι ασφαλισμένοι του ΕΟΠΥΥ έχουν δικαίωμα σε μερική κάλυψη του κόστους σύμφωνα με τον κατάλογο αποζημιούμενων φαρμάκων. Η επιλογή μεταξύ πρωτότυπου και γενόσημου γίνεται σε συνεργασία με τον ιατρό και τον φαρμακοποιό.
Η διαθεσιμότητα των αντιβιοτικών στην Ελλάδα είναι γενικά καλή, με περιστασιακές ελλείψεις σε συγκεκριμένα σκευάσματα. Οι τιμές ρυθμίζονται από το υπουργείο Υγείας και ποικίλλουν ανάλογα με τη δραστική ουσία. Τα γενόσημα κοστίζουν 30-50% λιγότερο από τα πρωτότυπα φάρμακα.
Τα αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία βακτηριακών λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος όπως:
Η επιλογή του κατάλληλου αντιβιοτικού εξαρτάται από τον υποπτευόμενο παθογόνο μικροοργανισμό και τη σοβαρότητα της κλινικής εικόνας. Συνήθως χρησιμοποιούνται αμοξικιλλίνη, κλαριθρομυκίνη ή κιπροφλοξακίνη.
Οι ουρολοιμώξεις αποτελούν μία από τις συχνότερες ενδείξεις χρήσης αντιβιοτικών. Περιλαμβάνουν κυστίτιδα, πυελονεφρίτιδα και ουρηθρίτιδα. Τα αντιβιοτικά πρώτης επιλογής είναι η νιτροφουραντοΐνη και η τριμεθοπρίμη/σουλφαμεθοξαζόλη για απλές κυστίτιδες. Σε σοβαρότερες λοιμώξεις χρησιμοποιούνται φθοροκινολόνες ή β-λακταμικά αντιβιοτικά.
Τα αντιβιοτικά αποτελούν θεραπευτική επιλογή για λοιμώξεις του δέρματος όπως η κυτταρίτιδα, η θυλακίτιδα και οι λοιμώξεις τραυμάτων. Εφαρμόζονται τοπικά ή από του στόματος, ανάλογα με τη σοβαρότητα. Η έγκαιρη θεραπεία αποτρέπει την εξάπλωση σε βαθύτερους ιστούς και πιθανές επιπλοκές.
Για βακτηριακές γαστρεντερίτιδες, όπως σαλμονέλα, καμπυλοβακτήριο και σιγκέλα, τα αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται σε σοβαρές περιπτώσεις. Η θεραπεία αποσκοπεί στη μείωση των συμπτωμάτων και την πρόληψη αφυδάτωσης. Σημαντική η διαφορική διάγνωση από ιογενείς γαστρεντερίτιδες που δεν χρειάζονται αντιβίωση.
Η προφυλακτική αντιβίωση εφαρμόζεται πριν από χειρουργικές επεμβάσεις, οδοντιατρικές διαδικασίες σε ευαίσθητους ασθενείς ή έκθεση σε λοιμώδη νοσήματα. Χορηγείται σε συγκεκριμένους χρόνους και δοσολογίες, μειώνοντας τον κίνδυνο μετεγχειρητικών λοιμώξεων.
Η σωστή δοσολογία εξαρτάται από την ηλικία, το βάρος, τη νεφρική λειτουργία και τη σοβαρότητα της λοίμωξης. Τα αντιβιοτικά λαμβάνονται σε τακτά διαστήματα για διατήρηση σταθερής συγκέντρωσης. Η διάρκεια θεραπείας κυμαίνεται από 5-14 ημέρες, ανάλογα με το είδος λοίμωξης. Απαραίτητη η τήρηση του προγράμματος που συνταγογραφεί ο γιατρός.
Κύριες αντενδείξεις αποτελούν οι αλλεργικές αντιδράσεις σε συγκεκριμένα αντιβιοτικά και η σοβαρή νεφρική ή ηπατική ανεπάρκεια. Σημαντικές αλληλεπιδράσεις με αντιπηκτικά, αντισυλληπτικά χάπια και ορισμένα καρδιαγγειακά φάρμακα. Η ταυτόχρονη χρήση με αντιόξινα μπορεί να μειώσει την απορρόφηση. Απαραίτητη η ενημέρωση του φαρμακοποιού για τα φάρμακα που λαμβάνετε.
Συχότερες παρενέργειες περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές, ναυτία και διάρροια. Σοβαρότερες αντιδράσεις μπορεί να είναι αλλεργικές εκδηλώσεις, από εξάνθημα έως αναφυλαξία. Μακροχρόνια χρήση προκαλεί δυσβίωση και κολίτιδα από Clostridium difficile. Ιδιαίτερη προσοχή σε εγκύους, θηλάζουσες και παιδιά. Άμεση ιατρική συμβουλή σε περίπτωση σοβαρών παρενεργειών.
Η αντιβιοτική αντοχή αποτελεί σοβαρό παγκόσμιο πρόβλημα υγείας, προκαλούμενο από την κατάχρηση και λανθασμένη χρήση αντιβιοτικών. Βακτήρια αναπτύσσουν μηχανισμούς αντίστασης, καθιστώντας τα φάρμακα αναποτελεσματικά. Για τη μείωση της αντοχής απαιτείται στοχευμένη χρήση, ολοκλήρωση θεραπείας και αποφυγή αυθαίρετης λήψης. Σημαντικός ο ρόλος των επαγγελματιών υγείας στην εκπαίδευση του κοινού.
Η πλήρης θεραπευτική αγωγή είναι κρίσιμη για την επιτυχή θεραπεία της λοίμωξης. Η πρόωρη διακοπή, ακόμη και μετά τη βελτίωση συμπτωμάτων, μπορεί να οδηγήσει σε υποτροπή και ανάπτυξη αντοχής. Χρησιμοποιήστε ειδοποιήσεις κινητού ή ημερολόγιο για τακτική λήψη.
Φυλάσσετε τα αντιβιοτικά σε δροσερό, στεγνό μέρος, μακριά από παιδιά και κατοικίδια. Αποφύγετε το μπάνιο λόγω υγρασίας. Ελέγχετε τις ημερομηνίες λήξης και απορρίπτετε τα ληγμένα φάρμακα σε εξουσιοδοτημένα σημεία συλλογής.
Επικοινωνήστε άμεσα σε περίπτωση αλλεργικών αντιδράσεων, σοβαρών παρενεργειών ή επιδείνωσης συμπτωμάτων μετά από 2-3 ημέρες θεραπείας. Ζητήστε συμβουλή για αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή για προσαρμογή δοσολογίας. Ο φαρμακοποιός παρέχει χρήσιμες οδηγίες για τη σωστή λήψη και αποθήκευση.
Τα αντιβιοτικά δεν θεραπεύουν ιώσεις όπως κρυολογήματα και γρίπη. Δεν πρέπει να μοιράζεστε αντιβιοτικά με άλλους ούτε να χρησιμοποιείτε παλιές συνταγές. Η λήψη με κενό στομάχι δεν είναι πάντα απαραίτητη - ακολουθήστε τις οδηγίες του γιατρού.